Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010

Το όνειρο

Το είδα για τρίτη φορά μέσα σε μια εβδομάδα.


Τις άλλες δύο οι εικόνες ήταν θαμπές, σαν από τζάμι κάποιου υπόγειου εγκατελειμμένου από νοικάρηδες που ή πέθαναν ή τους έκαναν έξωση. 


Αλλά την τρίτη ήταν πεντακάθαρο. 


Το είδα μεσημέρι σε μία από τις σπάνιες φορές που με πήρε ο ύπνος γιατί ήπια λίγο παραπάνω από το κανονικό ούρσους καϊπιρίνια...


Εγώ φάτσα στη θάλασσα να αυνανίζομαι στωικά στο ρυθμό μιας εναλλακτικής μπάντας που προβάριζε παραδόξως ένα αργεντίνικο παλιό ταγκό, λίγο πιο πέρα από εμένα στην ίδια ακρογιαλιά. 
Οι μουσικοί φορούσαν κόκκινα του αίματος γυναικεία μαγιό με παραφουσκωμένο το αιδοίο, αν υποτεθεί πως ήταν γυναίκες και είχαν ομαδική έξαρση περιόδου. 
Τα πόδια τους ήταν τριχωτά σαν διευθύνουσας κατηχητικού σχολείου και τα μάτια τους κλειστά, βουλωμένα πες καλύτερα, κόντρα σε ένα ήλιο βασανιστικό. Εξάλλου ήταν Αύγουστος και ο ήλιος έψηνε ανελέητα την πόλη μας. 


Οι μουσικοί λοιπόν στο ταγκό τους κι εγώ στη μαλακία μου. 


Στο σημείο που κανονικά μια ντιζέζ θα έκραζε "όλε", εκσπερμάτωσα. Μέσα στη θάλασσα. Ένα γαλακτώδες σπέρμα που όσο διέγραφε την τροχιά του για να πέσει στα μούτρα της θάλασσας γινόταν διάφανο και προσιτό σε διαθλάσεις φωτός. Ένα ουράνιο τόξο από αγνή μεσημεριάτικη μαλακία. Προτού να προλάβει να εξατμιστεί απ'το πύρινο φλερτ του ήλιου που ήδη είχε αναγκάσει τις μισές τραβέστες της μπάντας να πέσουν ανάσκελα ημιλιπόθυμες, πετάχτηκαν καμία δεκαριά αφρόψαρα και με μια απεγνωσμένη φάση διψασμένου οδοιπόρου κατάπιαν όλο το σπέρμα μου. 


Μετά ξαναχάθηκαν, βεβαρημένα από τις ενοχές τους στη λαδερή θάλασσα και μισό λεπτό αργότερα αναδύθηκαν όχι σαν ψάρια, αλλά σαν μια κουστοδία γοργόνων. 


Μόνο που οι γοργόνες είχαν τα κεφάλια και το μπούστο όλων των καθηγητών μου στην Ιατρική Σχολή, με προεξέχουσα μια γοργόνα με τα γνωρίσματα του Προέδρου της σχολής. 


Κατάπληκτος εγώ, κατάπληκτες κι αυτές, στεκόμασταν αντικριστά θαυμάζοντας τη στιγμή, ενώ το κουρασμένο πέος μου, φοβισμένο, κρύφτηκε με ενστικτωδική κίνηση κινδύνου στα άδυτα ενός σωβράκου Δεν ξέρω πόση ώρα κράτησε αυτή η στιγμή. . Δεν μπορώ καν να πω με ακρίβεια αν κατάφερα να διακρίνω σημάδια φιλικά στα πέτρινα μάτια τους.


Η δέκατη γοργόνα, αυτή που είχε το πιο ψαρίσιο στόμα και τα πιο επιθετικά βυζιά, μου χαμογέλασε ειρωνικά και μαζί συνωμοτικά, σαν να μοιραζόμασταν κάποιο βαθύ μυστικό, σάπιο για τον έξω από το νερό κόσμο. 


Όταν άνοιξα τις μασέλες μου, να ουρλιάξω, η ώρα ήταν τεσσεράμισι κι είχα πάθει ρεύση. Πριν σηκωθώ, βάλθηκα να ψαχουλεύω το κορμί μου μήπως και γοργονοποιήθηκα. Με ένα στεναγμό ανακούφισης και γεύση έντονης αλμύρας, αφέθηκα για λίγο στη σιγουριά του σκοτεινού δωματίου. 


Όλα ήταν στη θέση τους, υγρά και σκοτεινά, υγρά και βρώμικα, σκοτεινά και γνώριμα, μισητά ή και αγαπημένα. Απ'τις γρίλιες τρύπωνε η μυρωδιά των παράκαιρα ανθισμένων κυδωνιών και οι μονότονες συναυλίες των τζιτζικιών. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου